Μια πρώτη γνωριμία με τις γαλακτοπαραγωγές κατσίκες της χώρας μας.
Στην Ελλάδα, υπάρχουν δυο φυλές αιγών: η Αίγα Σκοπέλου που εκτρέφεται στις Σποράδες (στη Σκιάθο, στη Σκόπελο και στην Αλόννησο, αλλά και στα ακατοίκητα ξερονήσια όπως την Περιστέρα, την Κυρά-Παναγιά, τα Σκάτζουρα, τα Γιούρα και την Ψαθούρα) και η φυλή Εγχώριας Αίγας, που περιλαμβάνει τους τύπους που ζουν σε όλη την υπόλοιπη επικράτεια. Έχουν στο παρελθόν γίνει προσπάθειες εκτροφής αιγών της Ελβετικής φυλής Saanen, αλλά, λογικά, δυσκολεύτηκαν πολύ να επιβιώσουν στις δικές μας κλιματολογικές συνθήκες και δεν ήταν καθόλου παραγωγικές.
Η φυλή της Σκοπέλου χρονολογείται από τα μέσα του 19ουαιώνα και οι τράγοι της χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ακόμη για να «βελτιώσουν» τα ζώα άλλων περιοχών, ώστε να αποδίδουν περισσότερο. Η Αίγα Σκοπέλου είναι μεγαλόσωμο και δυνατό ζώο με όρθια αυτιά, κοντό τρίχωμα χρώματος κανελί – μονόχρωμο ή με λευκές βούλες και, συνηθέστατα, σπαθοειδή, ελαφρώς ελικοειδή κέρατα. Είναι ιδιαίτερα παραγωγική σε σχέση με άλλες φυλές που ζουν σε παρόμοιες συνθήκες (Μάλτας, Δαμασκού) ενώ το γάλα της είναι πολύ υψηλής ποιότητας, με πολύ καλή περιεκτικότητα σε λίπος, πρωτεΐνες και λακτόζη.
Οι αίγες Σκοπέλου έχουν όλες πιστοποιητικό γενεαλογίας (pedigree) που δείχνει το γενεαλογικό τους δέντρο, τις αποδόσεις τους, τις αποδόσεις των γονέων τους και διάφορα άλλα αναπαραγωγικά στοιχεία.
Οι κατσίκες της Εγχώριας φυλής είναι μακρύτριχα ζώα, μετρίου αναστήματος, ενώ τα αυτιά τους είναι μεγάλα και κρέμονται, σε αντίθεση με της Σκοπέλου. Είναι πολύ ζωηρές και έχουν προσαρμοστεί στο ξηρό κλίμα της χώρας μας και στις συνθήκες διατροφής. Είναι δηλαδή ανθεκτικές και λιτοδίαιτες! Το χρώμα τους διαφέρει από τύπο σε τύπο και θα δείτε μονόχρωμες –λευκές, καστανές, μαύρες, κοκκινωπές – αλλά και πολύχρωμες, σε διάφορους συνδυασμούς. Εκτρέφονται εξ ίσου σε πεδινά όσο και σε ημιορεινά και ορεινά μέρη, σε κάθε γωνιά της χώρας. Στα πεδινά μπορεί κανείς να βρει και οικόσιτες ή ημι-οικόσιτες αίγες, υψηλότερων αποδόσεων, που έχουν προέλθει από διασταυρώσεις εγχώριων αιγών με ξένες φυλές υψηλών αποδόσεων.
Όσο αποδοτικές και παραγωγικές κι αν είναι οι κατσίκες, το κατσικίσιο γάλα δεν μπορεί να συναγωνιστεί το αγελαδινό σε ποσότητα, ώστε να καλύψει τις ανάγκες όλων των καταναλωτών της χώρας. Παρ’όλα αυτά το αγαπάμε για τους παρακάτω λόγους :
1. Έχει ίση και ανώτερη θρεπτική αξία από το αγελαδινό
2. Θεωρείται λιγότερο επιβαρημένο, λιγότερο αλλεργιογόνο και πιο εύπεπτο, γι αυτό και συνιστάται σε άτομα με γαστρεντερικά προβλήματα, ενώ αποτελεί το ιδανικό καταφύγιο σε όσους πάσχουν από αλλεργίες και άσθμα.
3. Έχει ελαφρώς χαμηλότερη περιεκτικότητα σε σάκχαρα από το αγελαδινό, οπότε προτείνεται σε περιπτώσεις δυσανεξίας στη λακτόζη.
4. Περιέχει ποσότητα σε απαραίτητα λιπαρά οξέα που είναι ωφέλιμα στην καταπολέμηση ασθενειών όπως όπως στεφανιαίες νόσοι, εντερικές διαταραχές και κυστική ίνωση.
Γι αυτό λοιπόν, το κατσικίσιο γάλα θα παίζει πάντα σημαντικό ρόλο στην Ελληνική γαλακτοκομία αλλά και στην τυροκομία.